Γαστρονομία
ΚΟΖΑΝΗ
Κατά την ακμή της η έκταση των αμπελώνων ξεπερνούσε τα 40.000 στρέμματα, τα οποία προοδευτικά μειώθηκαν στα 26.000 τη δεκαετία του 1970, για να καταλήξουν σήμερα στα περίπου 13.000 στρέμματα. Σταδιακά άλλαξε και η ποικιλιακή σύνθεση, με το Ξινόμαυρο και το Μοσχόμαυρο -κυρίως το πρώτο- να διατηρούν τη δεσπόζουσα θέση τους, αλλά τις παλιές και ενδεχομένως λιγότερο γνωστές ποικιλίες, όπως το Πιτσιάρικο, η Βάψα, το Βουλγάρικο Σιάτιστας και το Βουλγάρικο Πελεκάνου, η Αλπίτσα, το Νιγρικιώτικο, το Σκλήθρο, η Κοκκινούσκα να υποχωρούν υπέρ των περισσότερο αναγνωρίσιμων ποικιλιών όπως το Cabernet Sauvignon, το Merlot, το Syrah, το Chardonnay Gewurztraminer, το Ασύρτικο, η Μαλαγουζιά και άλλες.
Η Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη Σιάτιστα, που έχει αναγνωριστεί το 1993, καλύπτει λευκά ξηρά κρασιά (Μπατίκι, Ξινόµαυρο, Πρικνάδι και Gewurztraminer), ροζέ και κόκκινα (Μοσχόµαυρο, Ξινόµαυρο, Χονδρόµαυρο, Cabernet Sauvignon, Cinsault, Merlot), αλλά και τα περίφημα γλυκά λιαστά κρασιά ή ηλιαστά για τους ντόπιους, που παράγονται με μερική αφυδάτωση των σταφυλιών στον ήλιο ή συνηθέστερα στη σκιά. Τούτα τα τελευταία, που παλαιώνουν για αρκετά χρόνια σε βαρέλι, αποτελούν τη δόξα της Σιάτιστας, αν και στην αγορά κυκλοφορούν επίσης πολύ ενδιαφέροντα δείγματα λευκών και κόκκινων ξηρών κρασιών της περιοχής.
Από το 2000 έχει αναγνωριστεί και η Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη (ΠΓΕ) Βελβεντό, που περιλαμβάνει μόνο ξηρά κρασιά και των τριών χρωμάτων σε οποιαδήποτε αναλογία από Ασύρτικο, Μαλαγουζιά, Μπατίκι, Ροδίτη και Chardonnay, για τα λευκά, Ροδίτης, Ξινόμαυρο, Μοσχόμαυρο, Λημνιώνα, Cabernet Franc, Cabernet Sauvignon, Merlot και Syrah για τα ροζέ και Ξινόμαυρο, Μοσχόμαυρο, Merlot, Λημνιώνα, Cabernet Franc (ο τοπικός κλώνος του λέγεται Τσαπουρνάκος), Cabernet Sauvignon και Syrah για τα κόκκινα. Τα κρασιά του Βελβεντού έχουν αποκτήσει ισχυρή ταυτότητα τα τελευταία χρόνια χάρη στην προσωπικότητα και την ποιότητά τους.
Τέλος, η ΠΓΕ Κοζάνη, που αναγνωρίστηκε το 2008, καλύπτει ξηρά, ημίξηρα και ημίγλυκα κρασιά και των τριών χρωμάτων, που παράγονται σε ολόκληρη την Π.Ε., τα μεν λευκά από τις ποικιλίες -σε οποιαδήποτε αναλογία- Μαλαγουζιά, Ροδίτης, Μπατίκι, Πρικνάδι, Chardonnay, Ugni blanc (Trebbiano), Ξινόμαυρο και Gewurztraminer, ενώ τα κόκκινα και τα ροζέ από Μοσχόμαυρο, Λημνιό, Ξινόμαυρο, Merlot, Cabernet Sauvignon, Cinsaut και Syrah, με τη συμμετοχή επίσης του Ροδίτη στα ροζέ.
Στο δίκτυο των Δρόμων του Κρασιού της Βόρειας Ελλάδας, στη Διαδρομή των Λιμνών, μπορείτε να γνωρίσετε τρία επισκέψιμα οινοποιεία της Κοζάνης, από τα οποία το ένα βρίσκεται στη Σιάτιστα και τα άλλα δύο στο Βελβεντό.
Γνωρίστε τα βραστά κρασιά
Τα βραστά κρασιά, που συναντά κανείς κυρίως στην Εράτυρα και τον Πελεκάνο, αποτελούν μια ιδιαιτερότητα που αντανακλά πολύ παλιές οινοποιητικές τεχνικές, συνηθισμένες σε πολλές περιοχές της Ελλάδας. Πρόκειται για γλυκά κρασιά που παράγονται είτε με την προσθήκη πριν την αλκοολική ζύμωση, υπερσυμπυκνωμένου -με βρασμό- γλεύκους (σερμπέτι), είτε με το βράσιμο όλης της ποσότητας του γλεύκους μέχρι να μειωθεί ο όγκος του κατά περίπου 20%, προτού ξεκινήσει η αλκοολική ζύμωση. Δείγματά τους μπορεί να δοκιμάσει κανείς μόνο τοπικά.
Τα κρασιά της Κοζάνης
Στις διαδρομές των λιμνών
Η καλλιέργεια του αμπελιού στην περιοχή της Κοζάνης έχει βαθιές ρίζες. Οι εκτάσεις αμπελώνων καταγράφονται ήδη σε οθωμανικά φορολογικά κατάστιχα του 16ου αιώνα, όπως και σε κώδικες της εποχής, ενώ και οι μεταγενέστεροι περιηγητές του 19ου αιώνα δεν παραλείπουν να αναφερθούν εγκωμιαστικά στα κρασιά της περιοχής. Η Σιάτιστα, η Γαλατινή, η Εράτυρα και ο Πελεκάνος στις πλαγιές του όρους Ασκιο, η Αιανή, η Μεσσιανή, ο Ροδίτης και το Βελβεντό στις όχθες του Αλιάκμονα, αλλά και οι παρυφές της πόλης της Κοζάνης αποτέλεσαν -και αρκετές συνεχίζουν αποτελούν- κέντρα οινοπαραγωγής, είτε σε επαγγελματικό επίπεδο, είτε σε ερασιτεχνικό. Ούτως ή άλλως, τα προϊόντα του αμπελιού όπως τσίπουρο, πετιμέζι, σταφυλαρμιά, ήταν στενά συνδεδεμένα με την καθημερινότητα των κατοίκων.Κατά την ακμή της η έκταση των αμπελώνων ξεπερνούσε τα 40.000 στρέμματα, τα οποία προοδευτικά μειώθηκαν στα 26.000 τη δεκαετία του 1970, για να καταλήξουν σήμερα στα περίπου 13.000 στρέμματα. Σταδιακά άλλαξε και η ποικιλιακή σύνθεση, με το Ξινόμαυρο και το Μοσχόμαυρο -κυρίως το πρώτο- να διατηρούν τη δεσπόζουσα θέση τους, αλλά τις παλιές και ενδεχομένως λιγότερο γνωστές ποικιλίες, όπως το Πιτσιάρικο, η Βάψα, το Βουλγάρικο Σιάτιστας και το Βουλγάρικο Πελεκάνου, η Αλπίτσα, το Νιγρικιώτικο, το Σκλήθρο, η Κοκκινούσκα να υποχωρούν υπέρ των περισσότερο αναγνωρίσιμων ποικιλιών όπως το Cabernet Sauvignon, το Merlot, το Syrah, το Chardonnay Gewurztraminer, το Ασύρτικο, η Μαλαγουζιά και άλλες.
Η Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη Σιάτιστα, που έχει αναγνωριστεί το 1993, καλύπτει λευκά ξηρά κρασιά (Μπατίκι, Ξινόµαυρο, Πρικνάδι και Gewurztraminer), ροζέ και κόκκινα (Μοσχόµαυρο, Ξινόµαυρο, Χονδρόµαυρο, Cabernet Sauvignon, Cinsault, Merlot), αλλά και τα περίφημα γλυκά λιαστά κρασιά ή ηλιαστά για τους ντόπιους, που παράγονται με μερική αφυδάτωση των σταφυλιών στον ήλιο ή συνηθέστερα στη σκιά. Τούτα τα τελευταία, που παλαιώνουν για αρκετά χρόνια σε βαρέλι, αποτελούν τη δόξα της Σιάτιστας, αν και στην αγορά κυκλοφορούν επίσης πολύ ενδιαφέροντα δείγματα λευκών και κόκκινων ξηρών κρασιών της περιοχής.
Από το 2000 έχει αναγνωριστεί και η Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη (ΠΓΕ) Βελβεντό, που περιλαμβάνει μόνο ξηρά κρασιά και των τριών χρωμάτων σε οποιαδήποτε αναλογία από Ασύρτικο, Μαλαγουζιά, Μπατίκι, Ροδίτη και Chardonnay, για τα λευκά, Ροδίτης, Ξινόμαυρο, Μοσχόμαυρο, Λημνιώνα, Cabernet Franc, Cabernet Sauvignon, Merlot και Syrah για τα ροζέ και Ξινόμαυρο, Μοσχόμαυρο, Merlot, Λημνιώνα, Cabernet Franc (ο τοπικός κλώνος του λέγεται Τσαπουρνάκος), Cabernet Sauvignon και Syrah για τα κόκκινα. Τα κρασιά του Βελβεντού έχουν αποκτήσει ισχυρή ταυτότητα τα τελευταία χρόνια χάρη στην προσωπικότητα και την ποιότητά τους.
Τέλος, η ΠΓΕ Κοζάνη, που αναγνωρίστηκε το 2008, καλύπτει ξηρά, ημίξηρα και ημίγλυκα κρασιά και των τριών χρωμάτων, που παράγονται σε ολόκληρη την Π.Ε., τα μεν λευκά από τις ποικιλίες -σε οποιαδήποτε αναλογία- Μαλαγουζιά, Ροδίτης, Μπατίκι, Πρικνάδι, Chardonnay, Ugni blanc (Trebbiano), Ξινόμαυρο και Gewurztraminer, ενώ τα κόκκινα και τα ροζέ από Μοσχόμαυρο, Λημνιό, Ξινόμαυρο, Merlot, Cabernet Sauvignon, Cinsaut και Syrah, με τη συμμετοχή επίσης του Ροδίτη στα ροζέ.
Στο δίκτυο των Δρόμων του Κρασιού της Βόρειας Ελλάδας, στη Διαδρομή των Λιμνών, μπορείτε να γνωρίσετε τρία επισκέψιμα οινοποιεία της Κοζάνης, από τα οποία το ένα βρίσκεται στη Σιάτιστα και τα άλλα δύο στο Βελβεντό.
Γνωρίστε τα βραστά κρασιά
Τα βραστά κρασιά, που συναντά κανείς κυρίως στην Εράτυρα και τον Πελεκάνο, αποτελούν μια ιδιαιτερότητα που αντανακλά πολύ παλιές οινοποιητικές τεχνικές, συνηθισμένες σε πολλές περιοχές της Ελλάδας. Πρόκειται για γλυκά κρασιά που παράγονται είτε με την προσθήκη πριν την αλκοολική ζύμωση, υπερσυμπυκνωμένου -με βρασμό- γλεύκους (σερμπέτι), είτε με το βράσιμο όλης της ποσότητας του γλεύκους μέχρι να μειωθεί ο όγκος του κατά περίπου 20%, προτού ξεκινήσει η αλκοολική ζύμωση. Δείγματά τους μπορεί να δοκιμάσει κανείς μόνο τοπικά.