ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Ο ΤΣΑΡΛΥ Ο ΠΑΙΧΝΙΔΕΝΙΟΣ ΣΤΑ ΣΤΕΝΑ ΤΗΣ ΠΛΑΚΑΣ
Η νύχτα είχε αρχίσει να ετοιμάζει την αποχώρησή της, όμως ο κόσμος ήταν διασκορπισμένος στα στενά της
Πλάκας και, γεμάτος ζωντάνια, αντιστεκόταν σθεναρά στον ερχομό της καινούριας μέρας. «Μα τι κάνουν ξύπνιοι τέτοια ώρα αυτοί οι άνθρωποι;» αναρωτήθηκε ο Τσάρλυ ο Παιχνιδένιος που μόλις είχε συνέλθει απ την ισχυρή πρόσκρουση. «Που βρέθηκα; Στο χωριό της χαράς;» αναρωτήθηκε με χιούμορ. «Τουλάχιστον δεν έπεσα σε καμιά ερημιά», είπε μονολογώντας προσπαθώντας να κρυφτεί πίσω από μια κατακόκκινη βουκαμβίλια. Ο όμορφος ήρωας συνέχισε να παρατηρεί με θαυμασμό την περιοχή και τον κόσμο, καθώς ίσιωνε τα τσαλακωμένα ρούχα του.Φώτα μικρά και μεγάλα, λουλούδια που ζουν απ’ τη νύχτα και δέντρα που φωλιάζουν μέσα στα καλντερίμια, ήταν οι πρώτες εικόνες που αντίκριζε ο Χριστουγεννιάτικος Τσάρλυ. Οι μεθυστικές μυρωδιές, ο κόσμος που φύτρωνε στα στενά διασκεδάζοντας, τα γραφικά σκαλοπάτια ανάμεσα στις ταβέρνες κι αυτό το γλυκό αεράκι που έμοιαζε με μητρικό χάδι, έκαναν τον Τσάρλυ να αναθαρρήσει και να βγει απ’ την κρυψώνα του. «Εδώ οι άνθρωποι πρέπει να είναι πιο συναρπαστικοί κι απ’ τα Χριστούγεννα. Θα βγω να τους γνωρίσω και να τους ρωτήσω πως θα πάω στην Τεχνόπολη» σκέφτηκε προτάσοντας το στήθος του. Όσο κι αν τον συγκλόνιζε η ατμόσφαιρα της Πλάκας, δεν μπορούσε να ξεχάσει τον στόχο και τον προορισμό του. Ο Άγιος Βασίλης τους είχε καλέσει να φτιάξουν στο Γκάζι το εργοστάσιο Χριστουγέννων και έπρεπε να είναι στην ώρα του. Σκεφτόταν πόσο τραγικό θα ήταν να μην έχει ο κόσμος Χριστούγεννα λόγω μιας απλής βλάβης και γινόταν έξαλλος με την ιδέα. «Αποκλείεται» σκέφτηκε. «Φέτος τα Χριστούγεννα θα γίνουν κανονικά και τα παιχνίδια που θα φτιάξω θα είναι ακόμα πιο ωραία» φώναξε καταμεσής του δρόμου λες και αντιδικούσε με κάποιον αόρατο περαστικό.
«Συγνώμη, είστε καλά;» ρώτησαν τον Τσάρλυ τρεις όμορφες κοπελιές που περπάταγαν αγκαζέ στο στενό. «Ο Τσάρλυ είμαι. Εγώ είμαι και.. καλά είμαι, αλήθεια καλά, εσείς;» απάντησε με εμφανή αναστάτωση ο Παιχνιδένιος που δεν είχε ξαναμιλήσει ποτέ με ανθρώπους. «Ορίστε, να και το χέρι μου» τους είπε δίνοντας το σε μορφή άτσαλης χειραψίας. Εκείνες απόρησαν και άρχισαν να γελάνε κάτω απ’ το φως μιας λάμπας που είχε μπλεχτεί ανάμεσα σε κισσούς και τριανταφυλλιές.
«Μα από που είσαι εσύ; Φαίνεσαι χαμένος» ρώτησε η μελαχρινή κοπελιά. Ο Τσάρλυ για κάποιο λόγο ένιωσε οικία κι άφησε τις λέξεις να βγουν ελεύθερα απ’ το στόμα του. «Ξέρετε, δεν είμαι από εδώ. Ζω στα στενά του χρόνου και κάθε τέτοια εποχή, πηγαίνουμε στον πολικό αστέρα με τον Άγιο Βασίλη και τους άλλους βοηθούς για να κατασκευάσουμε τα Χριστούγεννα του κόσμου. Από εκεί τα στέλνουμε σε όλη τη γη μέσω της αστεροποίητης ονειρίνης που υπάρχει στα σύννεφα». Οι κοπέλες κοίταγαν απορημένες μη πιστεύοντας στ’ αυτιά τους.
«Πριν λίγο όμως και καθώς πετάγαμε με το τελευταίας τεχνολογίας έλκηθρο, μια βλάβη στους νανοκυλίνδρους στάθηκε αφορμή για να πέσουμε σ’ αυτήν την πόλη. Αθήνα, σωστά;» ρώτησε για να σιγουρευτεί. «Αθήνα, ναι» απάντησε αποσβολωμένη η ξανθιά κοπέλα. «Εγώ βρέθηκα εδώ, που δεν ξέρω τι είναι, ενώ οι υπόλοιποι μάλλον έπεσαν σε άλλα σημεία της πόλης σας. Ο Άγιος Βασίλης μας έστειλε μήνυμα μέσα απ’ το φεγγάρι, για να μαζευτούμε στο Γκάζι. Από εκεί λέει θα κατασκευάσουμε φέτος τα Χριστούγεννα. Καταλάβατε; Πρέπει να πάω γρήγορα εκεί. Ξέρετε πώς;» ρώτησε ο Τσάρλυ, σαν να τους είχε μόλις πει την πιο φυσιολογική ιστορία του κόσμου. Οι τρεις κοπέλες είχαν μείνει με το στόμα ανοιχτό, μην ξέροντας αν έπρεπε να τον πάρουν σοβαρά ή όχι.
«Αρχικά να σε ενημερώσουμε πως βρίσκεσαι στην Πλάκα. Την πιο γραφική και μυρωδάτη γωνιά της πόλης. Εγώ είμαι η Ειρήνη, από εδώ η Σοφία και η Ελευθερία. Αλλά τώρα πες μας αλήθεια. Είσαι πλάσμα των Χριστουγέννων ή μήπως μας κοροϊδεύεις;» ρώτησε η Ειρήνη. «Αλήθεια σας λέω, δείξτε μου το δρόμο για το Γκάζι και θα δείτε. Σε λίγες μέρες όλη η πόλη θα είναι μαγική» απάντησε ο Τσάρλυ κάπως βιαστικά. Τα κορίτσια δεν είχαν λόγο να μην του δώσουν οδηγίες, όμως η περιέργεια και η καχυποψία παραμέρησε για λίγο τη φωτεινή μαγεία. «Αν είσαι στ’ αλήθεια ο Τσάρλυ ο Παιχνιδένιος, τότε απόδειξέ το μας και θα σου δείξουμε αμέσως τον δρόμο», είπαν σχεδόν ταυτόχρονα οι όμορφες κοπέλες. Ο Τσάρλυ σκέφτηκε πως οι άνθρωποι δεν αφήνονται αρκετά στη φαντασία γι’ αυτό και γίνονται δύσπιστοι και γκρινιάρηδες καμιά φορά. Έτσι σκέφτηκε για λίγο, κοίταξε γύρω του κι έβαλε το χέρι στην αφράτη τσέπη του.
«Ορίστε, να η απόδειξη πως είμαι πλάσμα των Χριστουγέννων» τους είπε αφήνοντας στις παλάμες τους από μια νιφάδα χιονιού.
«Μα τι είναι αυτό;» ρώτησε η Ελευθερία. «Είναι μια νιφάδα» απάντησε ο Τσάρλυ. «Ή θα την αφήσετε να λιώνει στην παλάμη σας ή θα της δώσετε ζωή. Είναι στο χέρι σας» συνέχισε αινιγματικά ο Παιχνιδένιος. Οι κοπέλες κοίταγαν ακίνητες την νιφάδα μην ξέροντας τι έπρεπε να κάνουν. Καταλάβαιναν πως η μαγεία ήταν στα χέρια τους όμως ακόμα δεν είχαν καταφέρει να αφεθούν σ’ αυτήν. «Πιστέψτε το, απλά πιστέψτε το» τις ενθάρρυνε ο Τσάρλυ δείχνοντάς τους τον ξάστερο ουρανό. Τότε εκείνες, σήκωσαν τα χέρια τους ψηλά , κι άφησαν τις νιφάδες να φύγουν στον αέρα. Έκλεισαν τα μάτια και σκέφτηκαν αυτό το κατάλευκο θαύμα που κάνει τα Χριστούγεννα ακόμα πιο ωραία. «Κοιτάξτε, χιονίζει!» φώναξε με ενθουσιασμό η Σοφία. «Είναι αλήθεια τελικά, είσαι πλάσμα των Χριστουγέννων» είπαν όλες μαζί. «Κι εσείς είστε υπέροχες κοπέλες που μπορείτε να κάνετε θαύματα» συμπλήρωσε ο Τσάρλυ τονίζοντάς τους πως αν πιστέψουν σε κάτι, αυτό μπορεί εύκολα να συμβεί. Όπως ακριβώς γίνεται και στο εργοστάσιο Χριστουγέννων ,το οποίο τελικά δεν βρισκόταν και πολύ μακριά από την Πλάκα. Μια ευθεία, δυο στροφές, τρία φανάρια και μια διάβαση πεζών κι ο Τσάρλυ, εκτός απροόπτου, θα βρισκόταν δίπλα στον Άγιο Βασίλη, έτοιμος να αναλάβει το πόστο του ως κατασκευαστής παιχνιδιών του εργοστασίου, που φέτος για πρώτη φορά θα λειτουργούσε στην Αθήνα. Άραγε οι άλλοι τέσσερις ήρωες θα ήταν το ίδιο τυχεροί , ώστε να βρουν το δρόμο για το Γκάζι, ή θα βρίσκονταν από λάθος σε κάποια άλλη πόλη της Ελλάδας;
Γιώργος Λεμπέσης
Εκ μέρους του The Christmas Factory
Διαβάστε όλη την ιστορία εδώ.